ΑΡΜΕΝΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ - ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ 06 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ Νο 1

Eddy Kouyioumdjian

με Eddy Kouyioumdjian

11 προβολές
ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΑΡΜΕΝΙΚΑ ΚΑΛΑΝΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ

ΣΤΙΧΟΙ

ΑΪΣΟΡ ΝΤΟΝΕ ΣΟΥΡΠ ΤΖΝΟΥΝΤΙΑΝ ΑΒΕΝΤΙΣ
ΝΤΙΑΡΝ ΜΕΡΟ ΓΙΕΒ ΧΑΪΝΤΝΟΥΤΙΑΝ ΑΒΕΝΤΙΣ
ΝΤΙΑΡΝ ΜΕΡΟ ΓΙΕΒ ΧΑΪΝΤΝΟΥΤΙΑΝ ΑΒΕΝΤΙΣ

ΑΪΣΟΡ ΑΡΕΒ ΑΡΤΑΡΟΥΤΙΑΝ ΑΒΕΝΤΙΣ
ΓΕΡΕΒΕΤΣΑΡ Η ΜΕΤΣ ΜΑΡΤΚΑΝΤΣ ΑΒΕΝΤΙΣ
ΓΕΡΕΒΕΤΣΑΡ Η ΜΕΤΣ ΜΑΡΤΚΑΝΤΣ ΑΒΕΝΤΙΣ

Η ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΗΣ ΑΡΜΕΝΙΑΣ ΓΙΟΡΤΑΖΕΙ ΤΑ ΑΓΙΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΜΕ ΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΣΥΓΧΡΟΝΩΣ ΣΤΙΣ 06 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ ΚΑΘΕ ΧΡΟΝΟ , ΓΙΑΤΙ ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΓΝΩΣΤΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΟΛΙΣ ΣΥΜΠΗΡΩΣΕ ΤΟ 30 ΕΤΟΣ ΤΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΘΗΚΕ ΣΤΟΝ ΙΟΡΔΑΝΗ ΠΟΤΑΜΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΠΡΟΔΡΟΜΟ ΤΟΝ ΒΑΠΤΙΣΤΗ ...ΑΡΑ Η ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΥΝΠΙΠΤΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΒΑΠΤΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ......
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΠΡΩΤΟΥΓΕΝΝΑ , ΠΡΩΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ....!!!!
Από την οικουμενική Εκκλησία, μόνη η Αρμενική τηρεί μέχρι σήμερα το αρχαίον έθος του συνεορτασμού Χριστουγέννων και Θεοφανίων, στις 6 Ιανουαρίου κατά το νέο ημερολόγιο (Αρμενία-Διασπορά). Ενώ, συνεορταζόμενες πάλι οι δύο γιορτές, στις 19 Ιανουαρίου, κατά το παλαιό, που το ακολουθούν οι Αρμένιοι στην Παλαιστίνη και το Καραμπάγ. Μετά τη Θ. Λειτουργία των Χριστουγέννων, η ακολουθία των Θεοφανίων, όπως και στο Βυζάντιο ώς το 450, όπως μας λέει ο Φαίφων Κουκουλές.(1881-1956), ­Ἡ ἑ­ορ­τὴ τῆς τοῦ Χρι­στοῦ γεν­νή­σε­ως, ἑ­ορ­τὴ τῶν γε­νε­θλί­ων κα­λου­μέ­νη καί, κα­τὰ τὸν Χρυ­σό­στο­μον «πα­σῶν ἑ­ορ­τῶν σε­μνό­τα­τη καὶ μη­τρό­πο­λις πα­σῶν», δὲν θὰ εἶ­ναι, ἴ­σως, εἰς πολ­λοὺς τῶν ἀ­να­γνω­στῶν γνω­στὸν ὅ­τι, ὡς αὐ­το­τε­λὴς ἑ­ορ­τή, δὲν ἑωρ­τά­ζε­το κα­τὰ τοὺς πρώ­τους χρι­στι­α­νι­κοὺς αἰ­ώ­νας.
Τό­τε, κα­τά τήν 6ην Ἰα­νου­α­ρί­ου, ἀ­πὸ τοῦ τέ­λους τῆς τρί­της ἑ­κα­τον­τα­ε­τη­ρί­δος ἑωρ­τά­ζε­το μό­νον ἡ ἑ­ορ­τὴ τῆς Ἐ­πι­φα­νεί­ας, με­τ᾿ αὐ­τῆς δὲ συ­νε­ωρ­τά­ζε­το καὶ ἡ τῆς γεν­νή­σε­ως τοῦ Χρι­στοῦ.
Ὡς ἰ­δι­αι­τέ­ρα ἡ­μέ­ρα ὡρί­σθη ἡ τῶν Χρι­στου­γέν­νων τὸ πρῶ­τον κα­τὰ τὸν Δ΄ μ.Χ. αἰ­ῶ­να ὑ­περ­με­σοῦν­τα ἐν τῇ Δύ­σει, ὅτε καὶ ἀ­πε­φα­σί­σθη ὡς ἡ­μέ­ρα τῆς γεν­νή­σε­ως τοῦ Κυ­ρί­ου νὰ ὁ­ρι­σθῆ ἡ 25η Δε­κεμ­βρί­ου, με­τὰ πολ­λάς συ­ζη­τή­σεις, ἀ­φοῦ ἄλ­λοι εἰς ἄλ­λην ἡ­μέ­ραν ἢ ἄλ­λον μήνα ἔ­θε­τον αὐ­τὴν π.χ. τὸν Νο­έμ­βριον, Ἰ­α­νουά­ριον, Μάρ­τιον, Ἀ­πρί­λιον ἢ καὶ Μά­ϊ­ον, τοῦ­το δέ, δι­ό­τι οὐ­δα­μοῦ τῆς Πα­λαι­ᾶς καὶ Και­νῆς Δι­α­θή­κης λέ­γε­ται ποῖ­ον μή­να ἢ ποί­αν ἡ­μέ­ρα ἐ­γεν­νή­θη ὁ Κύ­ριος. Ὡ­ρί­σθη δὲ τό­τε ἡ ἑ­ορ­τὴ τῶν Χρι­στου­γέν­νων ὑ­πὸ τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, ἐ­πι­θυ­μού­σης ν᾿ ἀν­τι­κα­τα­στή­ση διὰ Χρι­στι­α­νι­κῆς ἐ­θνι­κὴν ἑ­ορ­τήν, τὴν τοῦ ἀ­ητ­τή­του ἡ­λί­ου, ἑ­ορ­τα­ζο­μέ­νην τὴν ἡ­μέ­ραν ἐ­κεί­νην.
«Οὕ­πω δέ­κα­τον ἔ­τος ἐ­στὶν ἐξ οὐ δή­λη καὶ γνώ­ρι­μος ἡμῖν ἡ ἡ­μέ­ρα αὕτη γε­γέ­νη­ται». Ἐν­νο­εῖ­ται, ὅ­τι τό­τε, με­τα­ξὺ τῶν ἀ­κρο­α­τῶν τοῦ ἱ­ε­ράρ­χου, ὑ­πῆρ­χον οἱ ὑ­πὲρ τοῦ νε­ω­τε­ρι­σμοῦ ἀ­πο­λο­γού­με­νοι, ὡς τοὐναν­τί­ον καὶ οἱ ἐγ­κα­λοῦν­τες. Ὅ­ταν μά­λι­στα τῷ 378 ἑωρ­τά­σθη τὸ πρῶ­τον ἡ ἡ­μέ­ρα ἐν Κων­σταν­τι­νου­πό­λει, μαρ­τυ­ρεῖ­ται ὅ­τι ὁ ἑ­ορ­τα­σμὸς ἐ­γέ­νε­το γογ­γύ­ζον­τος τοῦ λα­οῦ.
Ἀ­ξι­ο­ση­μεί­ω­τον εἶ­ναι ὅ­τι, ἐ­κεῖ ὅ­που ἐ­γεν­νή­θη ὁ Χρι­στός, μό­λις κα­τὰ τὸ 433 ἰ­δι­αι­τέ­ρως ἑ­ωρ­τά­σθη ἡ γέν­νη­σις αὐ­τοῦ.
Ὅ­πως ἂν ἔ­χη, ἅ­παξ εἰ­σα­χθεῖ­σα ἡ ἑ­ορ­τή, ἐ­πε­κρά­τη­σε, χά­ρις εἰς τὰς ἐ­νερ­γεί­ας πε­φω­τι­σμέ­νων ἱ­ε­ραρ­χῶν καὶ κυ­ρί­ως τοῦ Χρυ­σο­στό­μου, εἴ­τα δὲ καὶ Γρη­γο­ρί­ου τοῦ Θε­ο­λό­γου, οὗτι­νος ὁ πρῶ­τος ἐν Κων­σταν­τι­νου­πό­λει λό­γος κα­τὰ τὴν 25ην Δε­κεμ­βρί­ου τοῦ 380 ἤρ­χι­σε διὰ τοῦ: «Χρι­στὸς γεν­νᾶ­ται δο­ξά­σα­τε, Χρι­στὸς ἐξ οὐ­ρα­νῶν ἀ­παν­τή­σα­τε, Χρι­στὸς ἐ­πὶ γῆς ὑ­ψώ­θη­τε».
Τὸ λο­χό­ζε­μα τοῦ­το συ­νή­θι­ζαν οἱ πρό­γο­νοί μας νὰ στέλ­λω­σιν εἰς φι­λι­κάς οἰ­κί­ας τὴν ἑ­πο­μέ­νην τῶν Χρι­στου­γέν­νων, πρὸς τι­μὴν τῶν λο­χεί­ων τῆς Πα­να­γί­ας, ὡς ἔ­λε­γον, ἔ­θι­μον τὸ ὁ­ποῖ­ον δὲν ἐ­νέ­κρι­νεν ἡ Ἐκ­κλη­σί­α, ἥτις διὰ τοῦ 79ου κα­νό­νος τῆς ἐν Τρούλ­λῳ Συ­νό­δου τὸ ἀ­πη­γό­ρευ­σεν ἐ­πὶ ποι­νὴ ἀ­φο­ρι­σμοῦ τῶν λα­ϊ­κῶν καὶ κα­θαι­ρέ­σε­ως τῶν κλη­ρι­κῶν, ἀ­φ᾿ οὐ ἡ Πα­να­γί­α «οὐκ ἔ­γνῳ λο­χεί­αν», ἥ­τις ὅ­μως ἀ­πα­γό­ρευ­σις δὲν ἴ­σχυ­σε νὰ ἐ­ξα­λεί­ψη τὸ ἔ­θι­μον, ἀ­φ᾿ οὗ κα­τὰ τὸν 10ον αἰ­ῶνα Συ­με­ών ὁ Με­τα­φρα­στής ση­μει­οῖ «ἀ­φο­ρί­ζε­ται ὁ με­τά τήν ἑ­ορ­τήν τῆς Θε­ο­τό­κου σε­μί­δα­λιν ἤ ἄλ­λο τι σκευά­ζων διά τά λε­γό­με­να λο­χεί­α».
Κα­τὰ τὰς ἑορ­τάς τοῦ Δω­δε­κα­η­μέ­ρου γνω­ρί­ζο­μεν ὅ­τι οἱ Βυ­ζαν­τι­νό­παι­δες, πε­ρι­ε­χό­με­νοι τὰς οἰ­κί­ας, ἀ­πὸ βα­θεί­ας πρω­ΐ­ας μέ­χρι δεί­λης ὀ­ψί­ας με­τὰ αὐ­λῶν καὶ συ­ρίγ­γων ἔ­λε­γον τὰ κά­λαν­δα:
Καὶ ὅ­σοι κα­τ᾿ ἀρ­χίμη­νον τὴν Ἰ­α­νου­α­ρί­ου
καὶ τῇ Χρι­στοῦ γεν­νή­σει δὲ καὶ Φώ­των τῇ ἡ­μέ­ρᾳ
ὁπό­σοι πε­ρι­τρέ­χου­σι τὰς θύ­ρας προ­σαι­τοῦν­τες
με­τὰ ὠ­δῶν καὶ ἐ­πω­δῶν καὶ λό­γους ἐγ­κω­μί­ων,
Ση­μει­ω­θή­τω ὅ­τι ἔ­λε­γον τὰ κά­λαν­δα οὐ μό­νον παί­δες, ἀλ­λὰ καὶ ἐ­νή­λι­κοι, καὶ δὴ καὶ ἄν­θρω­ποι τῆς ὀρ­χή­στρας, οἵ­τι­νες μέ­χρι βα­θεί­ας νυ­χτὸς πε­ρι­φε­ρό­με­νοι καὶ κα­λαν­δί­ζον­τες δὲν ἀ­πήρ­χον­το, ἂν δὲν ἠ­μεί­βον­το.